Διαχρονικό. Πώς αλλιώς μπορεί να χαρακτηριστεί ένα έργο που παίζεται αδιάκοπα επί έξι δεκαετίες και την περασμένη Παρασκευή συμπλήρωσε 24.587 παραστάσεις, ρεκόρ που το καθιστά το μακροβιότερο στην ιστορία του παγκόσμιου θεάτρου. Ο λόγος για τη θρυλική «Ποντικοπαγίδα» της Αγκαθα Κρίστι.
Το αριστουργηματικό αστυνομικό μυθιστόρημα παίζεται με αμείωτη επιτυχία και θεωρείται από τα αξιοθέατα του Λονδίνου μαζί με το Μπάκιγχαμ και τον Μπιγκ Μπεν. Με αφορμή τα 60χρονα του έργου προγραμματίζεται παράλληλο ανέβασμα σε άλλες 60 πόλεις παγκοσμίως, από την Κίνα έως τη Βενεζουέλα.
Και να σκεφτεί κανείς πως η ίδια η συγγραφέας στο πρώτο - θεατρικό - ανέβασμα της «Ποντικοπαγίδας» είχε προβλέψει ότι το έργο δεν θα παιζόταν περισσότερο από τέσσερις μήνες. Χρόνια αργότερα η Αγκαθα Κρίστι απέδωσε τη συνεχιζόμενη επιτυχία του στο γεγονός πως «υπάρχει κάτι σε αυτό το έργο σχεδόν προσωπικό για τον θεατή».
Το λιγότερο γνωστό είναι πως η «Ποντικοπαγίδα» ξεκίνησε από τις ραδιοσυχνότητες. Το έργο της αποκαλούμενης «βασίλισσας του εγκλήματος» αρχικώς βγήκε στον αέρα ως μίνι ραδιοφωνική σειρά μυστηρίου στις 30 Μαΐου του 1947 από το BBC. Η Αγκαθα Κρίστι έγραψε το έργο «Τρία τυφλά ποντικάκια» (αρχικά) ως δώρο του βρετανικού ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού για τα 80άχρονα της βασίλισσας Μαίρης, γιαγιάς της Ελισάβετ, και βασιζόταν σε πραγματικό περιστατικό: στον θάνατο ενός αγοριού, του Ντένις Ο' Νιλ, που το είχε υιοθετήσει ένα ζευγάρι αγροτών το 1945.
Αργότερα, η Κρίστι προσέθεσε στην ιστορία και της έδωσε θεατρική ολοκληρωμένη - σε τρεις πράξεις - μορφή. Για πρώτη φορά το θεατρικό ανέβηκε σε Νότιγχαμ, Λίβερπουλ, Νιουκάστλ, Μπέρμιγχαμ, για να καταλήξει στο θέατρο «Ambassadors» του Γουέστ Εντ, στο Λονδίνο (κι από κει στο «St. Martins Theatre», στις 25 Νοεμβρίου 1952, ως «Ποντικοπαγίδα» πια. Τη χρονιά που στέφθηκε βασίλισσα η Ελισάβετ βραβεύτηκε ως Μπλανς Ντιμπουά στο «Λεωφορείο ο πόθος» η Βίβιαν Λι και πέθανε ο Στάλιν.
Στην Ελλάδα η «Ποντικοπαγίδα» μετρά ένδεκα παραγωγές (επαγγελματικές και ερασιτεχνικές) από τη δεκαετία του '60 έως σήμερα. Το πρώτο ανέβασμα έγινε από τον θίασο Δημήτρη Παπαμιχαήλ σε μετάφραση Δέσπως Διαμαντίδου από το ΔΗΠΕΘΕ Λαμίας (στο πλαίσιο περιοδείας).
Στο έργο, πέντε άντρες και δύο γυναίκες βρίσκονται σε μια εξοχική πανσιόν, στο Μόνσκουελ Μάνορ, που το διευθύνει ένα νεαρό ζευγάρι, η Μόλι και ο Τζάιλς Ντέιβις, για να περάσουν λίγες μέρες ξενοιασιάς μέσα στον χειμώνα. Γρήγορα, όμως, διαπιστώνουν πως ανάμεσά τους έχει παρεισφρήσει ένας στυγερός δολοφόνος, που ήδη έχει σκοτώσει κάποιον στο Λονδίνο. Η μις Λάιον είναι το πρώτο του θύμα στον ξενώνα, όπου αργά και μεθοδικά καταστρώνει ένα δολοφονικό σχέδιο και για τους υπόλοιπους ενοίκους. Ξεσπά χιονοθύελλα και το χιόνι που πέφτει ακατάπαυστα δημιουργεί γύρω από τους εγκλωβισμένους στην πανσιόν ένα αδιαπέραστο κλοιό, που ευνοεί τα σκοτεινά σχέδια του δολοφόνου. Κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει. Ο αστυνόμος Τρότερ (ρόλος που πρωτοερμήνευσε ο σκηνοθέτης του «Γκάντι», σερ Ρίτσαρντ Ατέμπορο) δοκιμάζει ένα σωρό τεχνάσματα προκειμένου να τον παγιδεύσει, μα ο δολοφόνος καταφέρνει να ξεγλιστρά.